Βάθεια Μάνης - Έρημη και επιβλητική.


Βάθεια Μάνης

Εισαγωγικά


Η Βάθεια αποτελεί έναν από τους πιο πολυφωτογραφημένους οικισμούς της Μάνης. Ο οικισμός ξεπροβάλει μέσα από τις στροφές του δρόμου που οδηγούν προς αυτήν και και στέκει σαν μια σύγχρονη Ακρόπολη, καθώς είναι χτισμένη σε μικρό λόφο. Τα πυργόσπιτα, οι εκκλησίες, τα λιοτρίβια, τα σοκάκια και οι ρούγες στριμώχνονται για να χωρέσουν όλα στο μικρό πλάτωμα της κορυφής, έχοντας θέα από τη μία το καταγάλανο πέλαγος και από την άλλη τα άγρια και επιβλητικά πετρώδη βουνά.



Ιστορικά


Η Βάθεια, όπως και ολόκληρη η Μάνη έχει μια μακραίωνη και πολυτάραχη ιστορία με βεντέτες, πειρατές, Ενετούς, Φράγκους και Τούρκους. Η πρώτη γραπτή αναφορά γίνεται σε πηγές του 16ου αιώνα. Ενώ συνεχίζει να αναφέρεται στις καταγραφές µανιάτικων οικισµών από το 1618 έως και το 1829 .(Η Βάθεια περιλαµβάνεται στον κατάλογο προς το ∆ούκα του Nevers (1618) ως vatia, στο υπόµνηµα του Αrchivo General de Simacas (1655) ως Fatia, στη Nota del Ricavatto (1688) ως Vathia, στη Notta delle ville del’ Alta e Bassa Maina (1692) ως Vathia, στον κώδικα Muazzo (1695) ως villa Vathia, στην απογραφή Grimani (1700) ως Vatia, στον κατάλογο Pacifico (1700) ως Vathia, στα κατάστιχα του αρχείου Nani (1703-1705) ως villa Vathia, στο ποίηµα του Νικήτα Νηφάκη (1798) ως Βάθεια στην Κακκαβουλία και τέλος στην στατιστική της Expédition Scientifique (1829) ως Βάθεια στο τµήµα Λάγιας )
Η Βάθεια ήταν ένα μέρος απόμακρο χωρίς ιδιαίτερες σχέσεις με τους εκάστοτε κατακτητές της υπόλοιπης Ελλάδας. Έτσι κατάφερε να διατηρήσει πολλά από τα χαρακτηριστικά της αναλλοίωτα μέσα στους αιώνες.

Ο οικισμός όπως τον συναντάμε σήμερα, διαμορφώθηκε κυρίως μετά τον 18ο αιώνα και βρέθηκε στην ακμή του μεταξύ του 1850-1900. Η πειρατεία που μέχρι τότε αποτελούσε μια επικερδής απασχόληση των κατοίκων άρχισε να εξαλείφεται τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια και οι κάτοικοι στράφηκαν στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στην καλλιέργεια της ελιάς ( εξ ου και η ύπαρξη 4 ελαιοτριβείων). Στη διαμόρφωση του οικισμού σημαντικό ρόλο ( όπως και στην υπόλοιπη Μάνη) έπαιξαν οι γενιές. Τέσσερα γένη αποτέλεσαν τον πυρήνα, το καθένα με τους μαχαλάδες του, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία αυτού του πυκνοκτισμένου οικισμού της Βάθειας. Τα τέσσερα αυτά γένη ήταν οι Μιχαλακιάνοι, οι Καραµπατιάνοι, οι Καληδωνιάνοι και οι Κουτριγάροι. Μέσω της πύκνωσης των μαχαλάδων του εκάστοτε γένους διαμορφώθηκε ο σημερινός οικισμός. Κάθε µαχαλάς διαιρούνταν σε συγκροτήµατα σπιτιών που στέγαζαν τις επιµέρους οικογένειες του γένους. Η μορφή των σπιτιών που χρησιμοποιείται στη Βάθεια είναι τα λεγόμενα πυργόσπιτα, ενώ συναντάμε επίσης 4 εκκλησίες και 4 λιοτρίβια. Επίσης συναντάτε και ένα μεγάλο δίκτυο στερνών για την ύδρευση των οικιστικών συγκροτημάτων.

Χάρτης της Βάθειας με τους 4 μαχαλάδες των τεσσάρων γενιών.
Στην περίοδο ακμής της (μέσα 19ου αιώνα) η Βάθεια είχε φτάσει να έχει περισσότερο από 400 κατοίκους. Από τις αρχές όμως του 20ου αιώνα ο οικισμός άρχισε να ερημώνει. Ειδικά με την μεγάλη έξαρση που παρουσίασε η αστυφιλία στον 20ο αιώνα, κυρίως μετά το 1950, η Βάθεια άρχισε να παίρνει τη μορφή χωριού φάντασμα και κατέληξε στη δεκαετία 1970-1980 να έχει καμιά δεκαριά κατοίκους.
Η ερειπωμένη εκκλησία στο μαχαλά των Καληδωνιανών ( εσωτερικά)

Η ερειπωμένη εκκλησία στο μαχαλά των Καληδωνιανών (εξωτερικά)
Το ερειπωμένο εκκλησάκι της Παναγίτσας στη ρούγα των Μιχαλακιανών.

Το Πρόγραμμα Παραδοσιακών Οικισμών του ΕΟΤ.

Το 1975, εκεί που διαφαίνεται η οριστική ερήμωση του οικισμού, εμφανίζεται σαν από μηχανής θεός ο ΕΟΤ, ο οποίος εντάσσει τον οικισμό στο πρόγραμμα Παραδοσιακών Οικισμών. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα του ΕΟΤ που ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1975 µε στόχο να συντηρηθούν, να αναστηλωθούν και να διατηρηθούν κτίρια και σύνολα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και να διαµορφωθούν σε ξενώνες ή κτίρια κοινής χρήσης, όπως µουσεία, εστιατόρια, κοινοτικά γραφεία κλπ. Αρχικά, το πρόγραµµα περιελάµβανε έξι οικισµούς: Βάθεια Μάνης, Βυζίτσα Πηλίου, Μεστά Χίου, Οία Σαντορίνης, Πάπιγκο Ηπείρου και Φισκάρδο Κεφαλλονιάς. Εκτός από τους οικισµούς αυτούς αναστηλώθηκαν και µεµονωµένα κτίρια σε άλλες περιοχές, Αρεόπολη, Αρναία, Καρυσχάδες, Μακρυνίτσα, Μηλιές, Μονεµβασιά, Ψαρά, Κρανάη του Γυθείου, στη ∆ηµητσάνα, στην Κύθνο, στις Πινακάτες. Στους οικισµούς αυτούς διαλέχτηκαν κτίρια αξιόλογης αρχιτεκτονικής και υπογράφηκαν συµβόλαια µε τους ιδιοκτήτες τους για δεκαετή ή δεκαπενταετή παραχώρηση της επικαρπίας τους στον ΕΟΤ, έναντι µιας µικρής αποζηµίωσης. Ο ΕΟΤ ανέλαβε την υποχρέωση να τα επισκευάσει, να διαρρυθµίσει σε ξενώνες και, αφού τα λειτουργήσει, να τα επιστρέψει στους ιδιοκτήτες τους. Παράλληλα, ο ΕΟΤ πραγµατοποίησε και ορισµένα απαραίτητα έργα υποδοµής (ύδρευση, αποχέτευση, δρόµοι) καθώς και διάφορα άλλα συµπληρωµατικά έργα (πλατείες, καλντερίµια, κρήνες, στερεώσεις µνηµείων κλπ.) µε τη συνεργασία της τοπικής αυτοδιοίκησης. Σε όλα τα έργα καταβλήθηκε προσπάθεια ώστε η επέµβαση να µην αλλοιώνει καθόλου το χαρακτήρα των κτισµάτων και του οικισµού. Χρησιµοποιήθηκαν τα κατά τόπους παραδοσιακά υλικά, καθώς και ντόπιοι τεχνίτες και εργάτες.




Το πρόγραμμα Παροδοσιακών Οικισμών και η περίπτωση της Βάθειας.

Σχετικά με τον οικισμό της Βάθειας, το αρχικό σχέδιο του προγράμματος περιελάμβανε τη μετατροπή 30 κτιρίων σε ξενώνες με 130 κλίνες και 10 σε κτίρια υποστήριξης ( δυο μουσεία, δυο εστιατόρια, δυο καταστήματα, ταχυδρομείο και τράπεζα). Επίσης περιελάμβανε την αποκατάσταση των τεσσάρων εκκλησιών και των δύο πύργων, τη στερέωση των υπολοίπων κτιρίων του χωριού, την ανακατασκευή των διαδρομών μέσα στο χωριό και των δικτύων κοινής ωφέλειας. Επιπλέον προγραμματιζόταν η δημιουργία νέου παραθαλάσσιου οικισμού για τη μετεγκατάσταση των κατοίκων που θα επέστρεφαν στον οικισμό.
Τα συμβόλαια υπογράφτηκαν μεταξύ του ΕΟΤ και 35 από τις 70 οικογένειες που βρέθηκαν ( καλύπτοντας έτσι το 40% των κτιρίων του οικισμού) για μια περίοδο 11 χρόνων που αποδείχτηκε μικρή και έτσι υπογράφτηκε μια επιπλέον παράταση 5 ετών που και πάλι δεν ήταν αρκετή για να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα στο σύνολό του.
Βάση των συμβολαίων η υπηρεσία θα κατέβαλε ένα συμβολικό ενοίκιο για τη διάρκεια του προγράμματος, ενώ τα κτίρια θα τους επιστρέφονταν εξολοκλήρου με τη λήξη του προγράμματος. Οι εργασίες ξεκίνησαν το 1976, ενώ ο πρώτος ξενώνας άρχισε τη λειτουργία του το 1977.
Ο Άγιος Σπυρίδωνας βρίσκεται στην είσοδο του οικισμού.

Η πρώτη φάση περιελάμβανε τη μετατροπή εννέα κτιρίων σε ξενώνες και κτίρια εξυπηρέτησης του οικισμού ( η υποδοχή που τοποθετήθηκε σε ένα λιοτρίβι, το ένα εστιατόριο με το καφενείο, το μουσείο, η τράπεζα και το ταχυδρομείο). Η παλαιότητα όμως των κτιρίων και η ελλιπή τους συντήρηση κατέστησαν τα κτίρια σε ερειπώδη κατάσταση με αποτέλεσμα οι εργασίες να καθυστερούν.
Το 1992 το πρόγραμμα εγκαταλείφθηκε και στα 16 αυτά χρόνια ανακατασκευάστηκαν μόνο επτά κτίρια, όλα στην νοτιοανατολική πλευρά του χωριού. Τα πυργόσπιτα Γιαννάκου, Μητσάκου, Εξαρχάκων και Κεραμειδά, το σπίτι του Γιαννουλάκου, το μουσείο και η κεντρική μονάδα υποδοχής - εστιατορίου και παράλληλα επισκευάστηκε ο κεντρικός πύργος. Η μονάδα λειτούργησε ως το 1998 οπότε κι έκλεισε ως ασύμφορη.
Ένα ζήτημα που δεν διευθετήθηκε ποτέ, ήταν οτι ο ΕΟΤ δε κατάφερε να δεσμεύσει τους ιδιοκτήτες, που θα τους επιστρέφονταν τα οικήματα, την μετέπειτά τους χρήση και ουσιαστικά την τύχη που θα είχαν ως έτοιμοι προς λειτουργία ξενώνες. Ενώ πολύ σημαντικός λόγος αποτυχίας ήταν και οι ίδιοι οι κάτοικοι με την απροθυμία συνεργασίας που έδειξαν από την αρχή του προγράμματος, την εχθρική τους στάση στο όλο εγχείρημα και τις προσπάθειες για την υπονόμευσή του. Η Βάθεια αποτέλεσε τον μοναδικό πανελλαδικά οικισμό που απέτυχε στα πλαίσια αυτού του προγράμματος. Μολόνοτι το πρόγραμμα απέτυχε, μέσω αυτού κατάφεραν να διασωθούν κάποιοι ετοιμόρροποι πύργοι, ενώ το πιο σημαντικό ήταν πως έτσι έφερε στην επιφάνεια την ξεχασμένη μέχρι τότε πανέμορφη αυτή γωνιά της Μάνης.


Η Βάθεια σήμερα.

Από την εποχή που ο ΕΟΤ έφυγε από τη Βάθεια και οι πύργοι της επεστράφησαν στους ιδιοκτήτες τους, άλλοι βρέθηκαν πλέον ξεχασμένοι κι άλλοι διαφιλονικούμενοι από πολλούς κληρονόμους. Αποτέλεσμα αυτού είναι το σκηνικό των ερειπίων και της εγκατάλειψης που δεσπόζει μέχρι σήμερα στον οικισμό της Βάθειας, η οποία, πέραν τούτου, αποτελεί σύμβολο της παραδοσιακής Μανιάτικης αρχιτεκτονικής κι έχει αποκτήσει πλέον, ως μνημείο, αδιαμφισβήτητη εμβληματική αξία για τη Μάνη.
Η Βάθεια μολονότι αποτελεί πλέον έναν νεκρό οικισμό, έναν οικισμό φάντασμα χωρίς μόνιμους κατοίκους και χωρίς κάποιον ξενώνα σε λειτουργία, παραμένει ένα τουριστικό αξιοθέατο, ένα ανοιχτό μουσείο για τους περιηγητές και τους περαστικούς. Περπατώντας στα στενά δρομάκια και τους ερειπωμένους πύργους, κάνει κανείς ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο, στην εποχή των πειρατών και της βεντέτας.
Ερειπωμένος οικισμός πλέον.

Απομεινάρια του προγράμματος Παραδοσιακών Οικισμών - Επίλογος

Περιδιαβαίνοντας στην έρημη πια Βάθεια ορατά είναι ακόμη τα ίχνη από το πρόγραμμα των παραδοσιακών οικισμών του ΕΟΤ, που τελικά δεν είχε την αναμενόμενη επιτυχία. Στέκουν εκεί να μας θυμίζουν την αποτυχία του εγχειρήματος. Και είναι παράξενο γιατί περπατώντας κανείς στα κτίρια του μαχαλά που ο ΕΟΤ είχε ανακατασκευάσει, θα νομίσει πως κάποιο τρομερό γεγονός χτύπησε την περιοχή και οι κάτοικοι το άφησαν άρον άρον. Το μέρος θυμίζει μια σύγχρονη Πομπηία αλλά χωρίς ηφαίστειο. Το μπαρ -εστιατόριο στέκει ακόμα εκεί με την μηχανή του καφέ πεταμένη στο πάτωμα και τα κλειστά μπουκάλια από τα αναψυκτικά να περιμένουν χρόνια στα καφάσια. Η υποδοχή στο παλιό λιοτρίβι με πεταμένα τα βιβλία της στο πάτωμα και τα ράφια άδεια πλέον από τα κλειδιά των ξενώνων, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της οροφής της έχει καταπέσει. Και οι ξενώνες στέκουν εκεί, σαν πύργοι χωρίς ιππότες. Άλλοι με δυο έρημες καρέκλες μέσα ή στο μπαλκόνι και άλλοι με ολόκληρο τον εξοπλισμό τους, κρεβάτια, ντουλάπες, κουβέρτες και σεντόνια σε άθλια πλέον κατάσταση που σε κάνουν να αναρωτιέσαι : “Μα τι πήγε τόσο λάθος;”


Ο ερειπωμένος πλέον χώρος υποδοχής. 


Η υποδοχή του συγκροτήματος.


Η υποδοχή λειτούργησε σε ένα παλιό λιοτρίβι που πλέον είναι ένας σωρός από γκρεμισμένα. Η κατάσταση γίνεται όλο και χειρότερη (2018)


Ο χώρος υποδοχής στο παλιό λιοτρίβι το 2016.


Το κτίριο που στέγαζε το εστιατόριο - μπαρ του συγκροτήματος.


Ότι απέμεινε να θυμίζει πως κάποτε λειτούργησε το μπαρ.

Το εστιατόριο - μπαρ.



Το εσωτερικό του εστιατορίου - όλα στέκουν εκεί έρημα λες και κάτι έδιωξε το κόσμο ξαφνικά.


Ένα από τα κτίρια που αναστηλώθηκε στα πλαίσια του προγράμματος Παραδοσιακών οικισμών και χρησιμοποιήθηκε ως ξενώνας.

Κάποτε ξενώνας που δεχόταν επισκέπτες, δίνοντας ζωή στον οικισμό. Σήμερα βρίσκεται σε άθλια κατάσταση.

Εσωτερικό ενός ακόμα ερειπωμένου ξενώνα. 


Σπάνιο να συναντήσει κανείς κάποιον κάτοικο στη περιοχή αφού δεν απομένουν παρά ένας ή δυο μόνιμοι μεγάλης ηλικίας. Το καλοκαίρι κάποιες φορές τυχαίνει να συναντήσει κανείς κάποιον ιδιοκτήτη που τυχαίνει να έχει κάποια οικία σε καλή κατάσταση και τη χρησιμοποιεί ως εξοχική θερινή κατοικία. Στην τελευταία επίσκεψη είχαμε την τύχη να συναντήσουμε κάποιον από την γενιά των Καληδωνιανών ο οποίος επισκεύαζε την πατρική του οικία ώστε να τη χρησιμοποιήσει ως θερινή κατοικία. Από μικρός είχε φύγει από το χωριό και τώρα συνταξιούχος πλέον επέστρεψε στα πάτρια εδάφη να σώσει ότι μπορεί από το πατρικό του.
Στην Βάθεια υπάρχει μόνο μια καφετέρια στην νέα πλευρά του χωριού που περιμένει τους ταξιδιώτες για να τους ξεδιψάσει από αυτό το ταξίδι στο χρόνο που προσφέρει ο οικισμός. Ένας οικισμός έρημος, γαλήνιος, απόμακρος αλλά συγχρόνως αυθεντικός και επιβλητικός.
Βάθεια: Έρημη, γαλήνια, απόμακρη, αυθεντική και επιβλητική.

Πηγές:


Print Friendly and PDF

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αρχαιολογικός Χώρος Διοδίων

Η ΙΚΛΑΙΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΟΥ ΝΕΣΤΟΡΑ